Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2012

Ρήξη, στον καιρό της κρίσης


Η υπερθέρμανση τομέων του τριτογενούς τομέα της οικονομίας, το φούσκωμα του τραπεζικού τομέα, η υπερβολική και υπερτροφική ανάπτυξη των χρηματοπιστωτικών και άλλων υπηρεσιών, το ευνοϊκό καθεστώς για οικονομικές δραστηριότητες που άφησαν πλούτο σε ορισμένους αλλά δεν δημιούργησαν πραγματικές υποδομές βιώσιμης ανάπτυξης, ήταν τα κύρια στοιχεία των πολιτικών που ακολούθησαν όλες οι εκάστοτε κυβερνήσεις. Ο μεγαλοϊδεατισμός που χαρακτήριζε τους αναπτυξιακούς σχεδιασμούς των τελευταίων 30 χρόνων, δεν συνεπήρε ποτέ τους Οικολόγους. Για τις θέσεις μας αυτές θεωρηθήκαμε από το κυβερνών οικονομικό και πολιτικό σύστημα ως ακραίοι, «εχθροί της ανάπτυξης» και περιθωριακοί. Μας είπαν οπισθοδρομικούς, μας είπαν φανατικούς, υπερασπιστές του περιβάλλοντος και εμπόδιο της ανάπτυξης.

Από την άλλη, η επίπλαστη αίσθηση ευημερίας οδήγησε σε πληθώρα λανθασμένων αποφάσεων και πολιτικών. Μια απ’ αυτές ήταν και ο υπερτροφισμός της δημόσιας υπηρεσίας, η δημιουργία ενός σπάταλου και αντιπαραγωγικού κράτους και η ανεξέλεγκτη διασπάθιση των δημοσίων πόρων. Ευθύνη γι’ αυτό έχουν βέβαια κυρίως τα κόμματα που κατά καιρούς συμμετείχαν στη διακυβέρνηση της χώρας (δηλ. ΑΚΕΛ, ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ).

Ως Οικολόγοι, συνεπείς στην πολιτική μας θέση και φιλοσοφία και ενάντια σε ένα παγκόσμιο σύστημα των κερδών που λειτουργεί σε βάρος των ανθρώπων και της φύσης συμμετείχαμε στο διεθνές κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης και σμίξαμε τις λιγοστές μας δυνάμεις με το ρεύμα των διαμαρτυρόμενων απλών πολιτών στην Γένοβα, την Κοπεγχάγη, την Θεσσαλονίκη κ.α., ενάντια στις πολιτικές που ακολουθούν το ΔΝΤ (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) και η Διεθνής Τράπεζα.

Όσοι κυβέρνησαν αυτό το τόπο ουδέποτε έδωσαν βάση σε ό,τι έλεγαν οι Οικολόγοι. Δεν μας άκουσαν όταν διαπραγματεύονταν την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή στην Ευρωζώνη, όταν προειδοποιούσαμε για τα προβλήματα που θα προέκυπταν από τη σπουδή, τη βιασύνη και τον ενθουσιασμό που συνεπήρε όλους. Δεν μας άκουσαν όταν αποφάσιζαν τα μεγάλα έργα (που καταστρέφουν το περιβάλλον) με πρόσχημα την ανάπτυξη. Δεν μας άκουσαν όταν αποφάσιζαν να διευκολύνουν σκανδαλωδώς με δάνεια και χρέη την οικιστική ανάπτυξη και το real estate. Δεν μας άκουσαν όταν έστησαν μια οικονομία σε πήλινα πόδια, στηριγμένη πάνω στο εσωτερικό και εξωτερικό δανεισμό.

Τώρα μας καλούν να συμμετέχουμε στην ανάληψη συνευθύνης για τα επαχθή, αντιλαϊκά, αμφίβολης αποτελεσματικότητας και άδικα οικονομικά μέτρα που θα πλήξουν τις μικρές επιχειρήσεις, τους εργαζομένους, τη νεολαία, την οικογένεια.

Γεννιέται λοιπόν το ερώτημα: Αφού δεν είμαστε υπεύθυνοι για το πρόβλημα, γιατί να είμαστε μέρος της λύσης; Ως Οικολόγοι, μετά από σοβαρό και βαθύ προβληματισμό καταλήξαμε στην υπεύθυνη πολιτική απόφαση να συμμετέχουμε στην ανάληψη της ευθύνης των αναγκαίων πλην επώδυνων αποφάσεων νοουμένου ότι θα οδηγήσουν σε λύση των προβλημάτων και όχι σε παράλυση της οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής.

Βασική μας αρχή είναι «για κάθε τρία ευρώ που θα εισρέουν στα κυβερνητικά ταμεία, δύο ευρώ να επιστρέφουν πίσω στην αγορά μέσω της ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας, της καταναλωτικής δυνατότητας των εργαζομένων, της στήριξης της κοινωνικής συνοχής και της προστασίας του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής των πολιτών».

Σε πρακτικό επίπεδο αυτή η φιλοσοφία εκφράζεται μέσω συγκεκριμένων μέτρων ανάπτυξης. Ως Οικολόγοι είχαμε καταθέσει επανειλημμένα τα τελευταία τρία χρόνια σωρεία εισηγήσεων που να οδηγούν στην πράσινη και σύγχρονη ανάπτυξη. Οι προτάσεις μας ελάχιστα ως καθόλου έγιναν δεκτές από την κυβέρνηση (αλλά δυστυχώς και από την αντιπολίτευση).

Όλη αυτή την περίοδο πριν από τη ψήφιση των οικονομικών μέτρων, με τη συμμετοχή μας σε ανεπάλληλες συνεδριάσεις και συσκέψεις, προσπαθήσαμε να πείσουμε τους αρμοδίους του υπουργείου οικονομικών για την αξία των προτάσεων μας για την Πράσινη Ανάπτυξη. Καταθέσαμε ολοκληρωμένα νομοσχέδια και μελετημένες εισηγήσεις με την ελπίδα ότι θα προσελκύαμε το ενδιαφέρον της πολιτικής ηγεσίας και των τεχνοκρατών του υπουργείου οικονομικών.

Απογοητευτήκαμε. Στην καλή μας διάθεση να προσφέρουμε στο διάλογο και να εμπλουτίσουμε την οικονομική πολιτική με την ιδεολογία της Πράσινης Ανάπτυξης και με τις προτάσεις μας για βιώσιμη οικονομία, η κυβέρνηση απάντησε με την γνωστή αδιαφορία της, την αφ’ υψηλού αντιμετώπιση και τον αυταρχισμό. Υπήρχαν στιγμές που νιώθαμε ότι μιλούσαμε σε έναν τοίχο και σε «ώτα μη ακουώντων», σε βαθμό προσβολής. Τελικά «όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν». Ίσως μόνο η ρήξη με το κατεστημένο να προσφέρει μια εναλλακτική λύση στην κρίση.

Δεν υπάρχουν σχόλια: